ἀπασπάζομαι

ἀπασπάζομαι
ἀπασπάζομαι,
A take leave of,

ἀλλήλους Act.Ap.21.6

, v.l. in LXX To. 10.13;

ᾠδῇ καὶ μέλει χορόν Him.Ecl.11.1

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • απασπάζομαι — ἀπασπάζομαι (Α) αποχαιρετώ κάποιον με ασπασμό …   Dictionary of Greek

  • ἀπασπασάμενος — ἀπασπάζομαι take leave of aor part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπασπάζεσθαι — ἀπασπάζομαι take leave of pres inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ασπάζομαι — (AM ἀσπάζομαι) 1. φιλώ 2. χαιρετώ θερμά, αγκαλιάζω 3. (για γνώμες, απόψεις) αποδέχομαι, παραδέχομαι 4. τυπικός χαιρετισμός στο τέλος επιστολής («σε ασπάζομαι») μσν. νεοελλ. 1. φιλώ, προσκυνώ εικόνες, άγια λείψανα ή νεκρό 2. προσχωρώ, προσκολλώμαι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”